Α. Έννομες συνέπειες της απονομής Προεδρικής Χάρης σε διάφορες χώρες του Κοινοδικαίου
Στην υπόθεση Cuddington v Wilkins (1614) Hobart 67 , 80 E.R. 216 1614. 72. ο Ενάγοντας καταχώρησε αγωγή εναντίον του εναγόμενου διότι τον αποκάλεσε κλέφτη. Ο εναγόμενος ισχυρίστηκε ως Υπεράσπιση το αληθές του περιεχομένου του αφού είχε κλέψει κάτι στο παρελθόν. Ο Ενάγοντας αντίκρουσε τα επιχειρήματα του εναγόμενου στηριζόμενος στο γεγονός ότι έλαβε Βασιλική Χάρη και άρα εξαφανίστηκαν όλες οι τυχόν παρανομίες που διέπραξε πριν την εν λόγω χάρη και δεν υπήρχε πλέον χώρος για βλαπτικές ή/και δυσφημιστικές εκφράσεις ενάντιων του, θέση που την υιοθέτησε και το Δικαστήριο. Παραπέμπω στο αυτούσιο απόσπασμα στην σελίδα 81 της απόφασης:«that though he were a thief once, yet when the pardon came, it took away not only, poenam, but reatum …» and that «when the King had discharged it and pardoned him of it, he had cleared the person of the crime and infamy».
Η πιο πάνω θέση υιοθετήθηκε και στην υπόθεση Hay v Justices of the Tower Division of London [1890] L.R. 24 Q.B.D. 561 με βάση τον εκάστοτε ισχύον νόμο οποιοσδήποτε καταδικαζόταν για την διάπραξη κακουργήματος έχανε την άδεια πώλησης οινοπνευματωδών ποτών. Ο Αιτητής καταδικάστηκε σε 7 χρόνια φυλάκισης και σε κάποιο στάδιο έλαβε Βασιλική Χάρη. Όταν αιτήθηκε σχετική άδεια πώλησης οινοπνευματωδών ποτών, οι αρμόδιες αρχές του αρνήθηκαν ισχυριζόμενοι ότι είχε καταδικαστεί σε κακούργημα και η Χάρη δεν εξαφάνιζε τα παρεπόμενα της ποινής μέτρα ή/και την αποστέρηση παραχώρησης άδειας με βάση τις εν λόγω νομοθετικές πρόνοιες. Τέθηκε το ερώτημα ποιες οι συνέπειες της απονομής Χάρης και κατά πόσο επεκτείνονται και στις παρεπόμενες ποινές. Στην απόφαση του ο Λόρδος Pollock B, υιοθέτησε τη ratio decidendi της Cuddington και ανέφερε ότι η Προεδρική χάρη είναι μια εκκαθάριση του αδικήματος. Αναφέρεται η φράση «It is a purging of the offence»
Στην υπόθεση Lennox Phillip and Others v Commissioner of Prisons and Another [1992] 1 A.C. 545 απόφαση του Privy Council τέθηκε για πρώτη φορά το ζήτημα πως ερμηνεύεται Δικαστικά η ενεργοποίηση μιας προδικαστικής Χάρης σύμφωνα με το άρθρο 87(1) του Συντάγματος της κάτω Καραϊβικής «Trinidad and Tobago». Ο Λόρδος Αckner υιοθέτησε ως σημαδιακές του Κοινοδικαίου δύο υποθέσεις: την Rex v. Cosgrove [1948] Tas. S.R. 99, απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου της Τασμανίας και την υπόθεση Thomas [1980] 1 N.Z.L.R. 602 του Ανώτατου Δικαστηρίου της Ζηλανδίας στην απόφαση του με την επικεφαλίδα: «The nature and effect of a pardon».
Αναφορικά με την πρώτη (υπόθεση Rex v. Cosgrove [1948] Tas. S.R. 99,), το Δικαστήριο υιοθέτησε το εξής σκεπτικό από τα λεχθέντα του Λόρδου Morris: «Counsel for Mr. Cosgrove] contends that if a conspirator is pardoned he is in the position of one who has never committed the crime and another person can no more be convicted of having conspired with him than of having conspired with one who has been acquitted or discharged. The gist of his contention is that a pardon wipes out the crimes ab initio. I have examined the passages in Hawkins’ Pleas of the Crown to which he referred and I think they do not go as far as he contends. At p. 538 the learned author is really illustrating the fact that sometimes you may have the offence of one so far dependent upon the offence of the other that one falls with the other, and he instances the state of the law in England at the time as to accessories. The authorities on libel and slander in my opinion do not establish that a pardon wipes out the crime ab initio. They are based on a special policy which the law has seen fit to adopt in relation to defamatory words. Blackstone states the effect of a pardon in vol. 4, p. 402, as follows: «4. Lastly, the effect of such pardon by the King, is to make the offender a new man; to acquit him of all corporal penalties and forfeitures annexed to that offence for which he obtains his pardon; and not so much to restore his former, as to give him a new, credit and capacity. That passage is entirely consistent with what Hawkins says. Accordingly, a pardon is in no sense equivalent to an acquittal. It contains no notion that the man to whom the pardon is extended never did in fact commit the crime, but merely from the date of the pardon gives him a new credit and capacity. The plea in my opinion is not sustained».
Και για την δεύτερη υπόθεση Thomas [1980] 1 N.Z.L.R. 602) ανέφερε τα εξής: «In In re Royal Commission on Thomas Case [1980] 1 N.Z.L.R. 602, Thomas was granted a free pardon in respect of his conviction for two murders. Subsequently a Royal Commission inquired into and reported on the circumstances of Thomas’ conviction. While it was sitting, the New Zealand police association and others applied for a judicial review of certain decisions of the commission, for a writ of prohibition to prevent the commission from continuing to consider the matters referred to it under the terms of reference, and an order declaring that the commission be disqualified from continuing to consider those matters. Again it is obvious from the judgment that extensive submissions were made by counsel on the effect upon a conviction of a pardon. The High Court concluded that the effect of a pardon was to remove the criminal element of the offence named in the pardon, but not to create any factual fiction, or to raise the inference that the person pardoned had not in fact committed the crime for which the pardon had been granted.».
Οι πιο πάνω υποθέσεις ακολουθήθηκαν και στην υπόθεση Regina v Foster [1985] Q.B. 115 στην οποία ο Εφεσείων καταδικάστηκε μετά από παραδοχή το βιασμό μιας δεκατετράχρονης. Τέσσερα χρόνια αργότερα κάποιος άλλος παραδέχθηκε το βιασμό της κοπέλας για την οποία καταδικάστηκε προηγουμένως ο Εφεσείων. Ο Εφεσείων έλαβε Προεδρική Χάρη και ακολούθως εφεσίβαλε την εσφαλμένη καταδίκη του με καταχώρηση παράτασης της προθεσμίας άσκησης έφεσης αν και είχε αποφυλακιστεί. Η έφεση έγινε αποδεκτή με το σκεπτικό των πιο πάνω αποφάσεων. Αναφέρθηκε ότι αν και η απονομή Προεδρικής χάριτος εξαλείφει το αδίκημα εντούτοις δεν εξολοθρεύει από μόνη της την καταδίκη και άρα υπήρχε αντικείμενο για την έφεση. Τα ίδια αναφέρονται και στους Ηasbury ’s 3 edition Volume 7, σελ. 244 , στο Halsbury’s Laws of England, 4th ed., vol. 8 (1974), p. 608, παράγραφος. 952 και στους Hawkins’ Pleas of the Crown, 7th ed., vol. IV (1795). Κεφάλαιο 37 σελίδες 354-355, s. 48
Η ίδια θέση υιοθετήθηκε και στις αποφάσεις του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου της Αμερικής στις υποθέσεις Ex parte Garland, 18 L. Ed. 366 και United States v. Klein; 20 L. Ed. 519. Οι πιο πάνω υποθέσεις αναφέρθηκαν από το Ανώτατο Δικαστήριο της Κύπρου στην υπόθεση Republic, ν. Nicolaos Sampson (1977) 2 C.L.R. Στην απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου στην υπόθεση in Ex parte Wells 15 L. Ed. 421, 424 το Δικαστήριο δέχθηκε την αρχή της ομοιόμορφης ερμηνείας των εν λόγω εξουσιών του Προέδρου ως κατάλοιπο της Συνταγματικής ιστορίας των πρώην αποικιοκρατούμενων χωρών. Αναφέρθηκαν τα ακόλουθα: « At that time both Englishmen and Americans attached the same meaning to the words ” Pardon “. In the convention which framed the Constitution, no effort was made to define or change its meaning, although it was limited in cases of impeachment.We must then give the word the same meaning as prevailed here and in England at the time it found a place in the Constitution. This is in conformity with the principles laid down by this court in Cathcart v. Robinson, 5 Pet. 264, 280; and in Flavell’s case, 8 Watts & Serg. 197; Attorney General’s brief».
Η ίδια ομοιόμορφη ερμηνεία, με τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, επικράτησε στον Καναδά, και στην Ινδία. Βλέπε την απόφαση του Αρχιδικαστής Kapur J, στην υπόθεση K.M. Nanavati v. The State of Bombay Α 1961 SC 112, όπου ανέφερε τα ακόλουθα: «Besides the words ” nothing in this Act shall derogate ” in s. 295(2) only emphasise the constitutional position of the King’s prerogative and of his delegate and was more in the nature of «ex abundanti cautela» because under constitutional practice « Roy n’est lie par ascun statute, si il ne soit expressement nosme», is a principle which has been accepted in this court qua the Union or the States. «Where the King has any prerogative, estate, right, title or interest he shall not be barred of them by the general words of an Act if be not named therein» ; Broom’s Maxims, p. 39 (1939 ed.); Province of Bombay v. Municipal Corporation of the City of Bombay73 I.A. 271, where it was held that Crown is not bound unless expressly named or is bound by ” necessary implication If the argument of limitation of the King’s prerogative because of these saving words is sound then it means in the Constitution Act the British Parliament did contemplate and provide that the power of the King or of the Governor General as his delegate as to suspensions, remissions or commutation would be overriding and exercisable in spite of the pendency of an appeal in the Federal Court».
Β. Η σημασία της απονομής Προεδρικής χάρης στην Κύπρο
Ο Ποινικός κώδικας κεφ. 154 στο άρθρο 2 του αναφέρει ότι «Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου δεν επηρεάζουν:(ε) Τις εξουσίες για απονομή Χάρης, για μείωση ή για μετατροπή σε ολόκληρο ή σε μέρος για αναστολή της εκτέλεσης οποιασδήποτε ποινής που επιβλήθηκε ή που θα επιβληθεί…».
Ο περί αποκαταστάσεως καταδικασθέντων Νόμου, Ν. 70/81 ορίζει στο άρθρο 7(1)(α) κάτω από την επικεφαλίδα «περιορισμός αποκαταστάσεως δυνάμει του παρόντος Νόμου κ.λ.π.», αναφέρει ότι «Ουδέν των εν των εδάφιο (1) του άρθρου 4 διαλαμβανομένων επηρεάζει: (ε) δικαίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας προς μετριασμό, αναστολή ή μετατροπή οιασδήποτε ποινής»
Στην υπόθεση Ι.T. v. Republic (1985) 1. C.L.R. 569ο Αιτητής που καταδικάστηκε σε 10 χρόνια φυλάκιση, πήρε μείωση 2 χρόνια της ποινής του από το Πρόεδρο της Δημοκρατίας και μεταβλήθηκε η ποινή του σε 8 χρόνια. Με βάση τους εκάστοτε κανονισμούς των φυλακών όσοι εκτίαν ποινή άνω των 9 χρόνων δικαιούνταν μείωση για καλή διαγωγή και εργατικότητα ίση με το ½ της ποινής τους, ενώ όσοι εκτίαν ποινή από 6 έως 9 χρόνια, μείωση ίση με τα 5/12 της ποινής τους. Ο Αιτητής ζήτησε μείωση με βάση την αρχική ποινή των 10 χρόνων, που του επιβλήθηκε από το Δικαστήριο, χωρίς να υπολογιστεί η Προεδρική Χάρη ως πραγματικό γεγονός για να πάρει περισσότερη μείωση. Ζήτησε δηλαδή ο Αιτητής μείωση ίση με το ½ των 10 χρόνων (δηλαδή 5 χρόνια) και όχι μείωση 5/12 των 8 χρόνων (δηλαδή 3¼χρόνια). Το Ανώτατο Δικαστήριο δεν δέχτηκε τον υπολογισμό με βάση την επιβληθείσα από το δικαστήριο ποινή αφού δεν είναι ποινή που επρόκειτο να υπηρετηθεί ένεκα της άσκησης των αρμοδιοτήτων του Προέδρου της Δημοκρατίας και υιοθέτησε την πραγματική θεώρηση για την ποινή που πρέπει να εκτεθεί. Οι πιο κάτω θέσεις στην απόφαση Ι.T. v. Republic (1985) 1. C.L.R. 569 υιοθετήθηκαν από το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Σαμψών (1991) 1 Α.Α.Δ. 858).
Στην απόφαση του έντιμου Δικαστή κύριου Ναθαναήλ στην υπόθεση Αντρέα Ανδρέου ν Συμβουλίου αποφυλάκισης κρατουμένων επ’ άδεια, αρ. υπόθεσης 1026 /10, απόφαση ημερ. 31 Μαΐου 2011, αναφέρθηκε ότι η χάρις, στην παραδοσιακή της έννοια («pardon»), εξαλείφει αυτό το ίδιο το αδίκημα, κατά τη νομολογία που έχει αναπτυχθεί στις διάφορες δικαιοδοσίες (Lennox Phillip and Others v. Director of Public Prosecutions (1992) 1 AC 545 – απόφαση του Ανακτοσυμβουλίου – Halsbury´s Laws of England 4η έκδ. Τόμος 8, σελ. 608, παρ. 952 και Hawkins´Pleas of the Crown 7η έκδ. Τόμος IV, σελ. 354-355) και ότι η εξουσία που δίδεται στο Άρθρο 53 γενικώς, ακολουθεί εν πολλοίς τις εξουσίες που έχει το Στέμμα στο Ηνωμένο Βασίλειο, που ενεργώντας μέσω του Home Secretary, μπορεί να αποδώσει χάρη πριν ή μετά την καταδίκη, ή να χορηγήσει «… a reprieve, which temporarily suspends the execution of sentence; or (within statutory limits) may remit the whole or part of a penalty». Το Δικαστήριο άφησε ανοιχτό το ερώτημα, κατά πόσο η μετατροπή της ποινής με τη χρήση των εξουσιών της παρ. 4 του Άρθρου 53, είναι στην ουσία «χάρις», όπως η έννοια αυτή χρησιμοποιείται εξ αντιδιαστολής στις παρ. 1, 2 και 3, του ιδίου άρθρου.
Γ. Κατά πόσον μπορεί να δωθεί Συνταγματική εξουσιοδότηση στο νομοθέτη για περιορισμό των επιδράσεων της Προεδρικής Χάρης στα υποκείμενα που στρέφεται ή κατά πόσο μπορεί να ασκηθεί δικαστικός έλεγχος επί τούτης
Στην παρούσα μελέτη, γίνεται σύγκριση των Συνταγμάτων διαφόρων χωρών, αναφορικά με την δυνατότητα νομοθετικής παρέμβασης στην εν λόγω Προεδρική εξουσία με γνώμονα πάντα το ίδιο το γράμμα και την λεκτική διατύπωση του ίδιου του Συντάγματος της κάθε χώρας
α) Η θέση στις Ηνωμένες πολιτείες
Η εξουσία απονομής Χάριτος στις ΗΠΑ, προκύπτει από το άρθρο ΙΙ section 2 (1) του Αμερικάνικου Συντάγματος (Το άρθρο ΙΙ section 2 (1) του Αμερικάνικου Συντάγματος αναφέρει τα εξής:“He shall have the power to grant reprieves and Pardons for offences against the United States except in the case of impeachment”). Πρόκειται για τη δικαστική εξουσία του Προέδρου, απονέμεται σε οποιοδήποτε στάδιο και δεν μπορεί να περιοριστεί με νόμο από το Κογκρέσο ούτε στα πρόσωπα που απονέμεται αλλά ούτε και οι επιδράσεις της παρά μόνο για το αδικήμα της προδοσίας που το ίδιο το Σύνταγμα προβλέπει τον εν λόγω περιορισμό. Βλέπε Basu, Commentary on the Constitution of India 6th ed., Vol. Ε, σελίδα 253, όπου αναφέρεται ότι: «The pardoning power may be exercise by him at any time after the offence has committed, either before or after trial or conviction and this power may not be limited by Congress either as to persons or as to the effect of the pardons». Μάλιστα σε περιπτώσεις μείωσης ή μετατροπής σε ελαφρύτερη ποινή δεν δίδεται το δικαίωμα στο καταδικασθέν άτομο να επιφέρει οποιαδήποτε άρνηση στην απονομή της αυτής της Συνταγματικής επιταγής.
β) Η θέση στην Αγγλία
Παρόμοια είναι και η αντιμετώπιση του ζητήματος στην Αγγλία στην οποία η εν λόγω εξουσία ασκείται από τη Βασίλισσα ως προνομιακή εκτελεστική εξουσία που ασκείται μετά από σύμφωνη γνώμη άλλου οργάνου του Home Secretary.Ασκείται πριν και μετά την καταδίκη. Αν και δεν υπάρχει γραπτό Σύνταγμα η εν λόγω εξουσία αναφέρεται στη Συνταγματική θεωρία ως συνθήκη του Πολιτεύματος «Conventions of the Constitution» και ως κατάλοιπο των εξουσιών του Βασιλιά Μονάρχη. Κανένας έλεγχος δεν μπορεί να ασκηθεί από το Κοινοβούλιο αναφορικά με τους παράγοντες που λαμβάνει υπόψη για την άσκηση της εν λόγω εξουσίας του το Home Secretary ή ο αρμόδιος Υπουργός. Βλέπε Basu στο Commentary on the Constitution of India 6th ed., Vol. Ε, p. 254, που αναφέρει ότι :«The advise of the Home Secretary to the Crown is consider as a purely executive act, guided by policy considerations, including public resentment against sentence. For this reason, it has been an established practice in Parliament that no question may be asked nor any resolution or motion moved concerning the advice which Home Secretary or the Minister should give to the Crown». Κανένας νόμος δεν μπορεί να περιορίσει αυτό το προνόμιο. βλέπε Ηasbury ’s 3 edition Volume 7, σελ. 244 κάτω από το κεφάλαιο CONSTITUTIONAL LAW, που αναφέρονται τα εξής σχετικά «525 PARDONS. The Crown enjoys the exclusive right of granting pardons, and this privilege cannot be claimed by any other person either by grant or prescription ».
γ) Η θέση στην Ιρλανδία
Στην Ιρλανδία ενυπάρχει εξουσία στο Νομοθέτη να παραχωρεί την αρμοδιότητα για απονομή Χάρης σε άλλα όργανα αλλά η νομοθετική εξουσία γίνεται με ρητή Συνταγματική Διάταξη. Σχετικό είναι το άρθρο 13(6) του εν λόγω Ιρλανδικού Συντάγματος του 1937. Το άρθρο 13(6) του εν λόγω Ιρλανδικού Συντάγματος του 1937 αναφέρει ότι: «Τhe right of pardon and the power to commute or remit punishment imposed by any Court exercising Criminal Jurisdiction are hereby vested in the President, but such power of commutation or remission may, except in capital cases, also be conferred by law on other authorities».
δ) Η θέση στη Γαλλία
Στην Δημοκρατία της Γαλλίας ισχύει το σύστημα της Αυστηρής και άκαμπτος αρχής της διάκρισης των εξουσιών με απόλυτη απαγόρευση της επέμβασης της μιας λειτουργίας στην άλλη. Στο Γαλλικό Σύνταγμα του 1958 η εν λόγω εξουσία του Προέδρου, προβλέπεται από το άρθρο 17 του Γαλλικού Συντάγματος και δεν μπορεί να περιοριστεί με κανένα τρόπο λόγω και της γραμματικής διατύπωσης της σχετικής Συνταγματικής διάταξης. Το άρθρο 17 του Γαλλικού Συντάγματος αναφέρει σε αγγλική μετάφραση ότι «Τhe President of the Republic shall have the right to Pardon».
ε) Η θέση στη Δυτική Γερμανία
Το άρθρο 60(2) (3) του Γερμανικού Συντάγματος της δυτικής Γερμανίας του 1949 επεξηγεί τη σκοπιά της εν λόγω εξουσίας και μπορεί να εκχωρηθεί σε άλλα όργανα. Βλέπε αγγλική μετάφραση του άρθρου από το Basu στο Commentary on the Constitution of India 6th ed., Vol. Ε, p. 254, που αναφέρει ότι: «He exercises the power to Pardon on behalf of the Federation in individual cases. He may delegate this powers to other authorities».
στ) Η θέση στην Ιαπωνία
Στην Ιαπωνία η εν λόγω εξουσία, με βάση το άρθρο 7 του Ιαπωνικού Συντάγματος του 1946, ασκείται από τον Αυτοκράτορα κατόπιν συμβουλής και έγκρισης ή/και σύμφωνης γνώμης άλλου θεσμικού οργάνου (του Cabinet). Στο εν λόγω Συνταγματικό κείμενο δεν χρησιμοποιείται η λέξη «Pardon» αλλά η φράση «restoration of rights» αναφέρεται σε ολοκληρωτική Χάρη. Βλέπε αγγλική μετάφραση του άρθρου από το Basu στο Commentary on the Constitution of India 6th ed., Vol. Ε, p. 254 (άρθρο 7 του Ιαπωνικού Συντάγματος του 1946):«Τhe Emperor, with the advice and approval of the Cabinet, shall perform the following acts in matters of State on behalf of the people: Attestation of general and special amnesty, commutation of punishment, reprieve and restoration of rights».
ζ) Η θέση στην Ινδία:
H εξουσία για απονομή Χάρης ασκείται από το κάθε Κυβερνήτη και από το Πρόεδρο. Σχετικά είναι τα άρθρα 72 και 161 του Συντάγματος της Ινδίας. Όπως και στην Αγγλία το ίδιο και στην Ινδία η εν λόγω εξουσία ασκείται περισσότερο για λόγους πολιτικής και επίδειξης ευσπλαχνίας (mercy) και είναι απόλυτα διακριτική. Επιτρέπεται να ρυθμίζεται με νόμο , η εκχώρηση του δικαίωματος απονομής Χάρης (Pardon) σε άλλα όργανα, αλλά δεν επιτρέπεται να ρυθμίσει θετικά ο κοινός Νόμος τις εξουσίες των Συνταγματικά προβλεπόμενων οργάνων. βλ. υπόθεση K.M. Navanati v. The State of Bombay Α 1961 SC 11.
η) Η θέση στην Κύπρο:
Το Άρθρο 53 του Συντάγματος παρέχει στον Πρόεδρο και τον Αντιπρόεδρο της Δημοκρατίας δικαίωμα για την απονομή χάριτος (Ρrerogative of mercy, Ρardon) με τη μετατροπή θανατικής καταδίκης σε ισόβια φυλάκιση και με τη μείωση, αναστολή ή μετατροπή της ποινής σε κάθε άλλη περίπτωση.
Το Άρθρο 53.4 του Συντάγματος παρέχει τρεις ξεχωριστές εξουσίες στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας:
(α) Τη μείωση,
(β) την αναστολή,
(γ) τη μετατροπή ποινής επιβληθείσας από δικαστήριο
(βλ. Δημοκρατία ν. Σαμψών (1991) 1 Α.Α.Δ. 858)
Το ίδιο το λεκτικό του Συντάγματος στο άρθρο 53 δεν αφήνει κανένα περιθώριο για Νομοθετική παρέμβαση ούτε άμεση, ούτε έμμεση,. είτε ως προς τις προϋποθέσεις απονομής είτε ως προς την επίδραση των εν λόγω εξουσιών (Γεώργιος Μαυρογένης ν. Βουλή των Αντιπροσώπων κ.α. (ΑΡ. 3)(Εκλογική Αίτηση Αρ. 1/95), στην οποία λέχθηκε ότι: «Ως προς το Σύνταγμα, αυθεντική πηγή για το περιεχόμενό του αποτελεί το κείμενό του. Τούτο, άλλωστε, επιβάλλεται και από τη συνταγματική επιταγή που καθιστά το Σύνταγμα τον υπέρτατο νόμο».
Πρόκειται για ανέλεγκτη εξουσία που δεν μπορεί να περιοριστεί από κανένα όργανο του κράτους, αφού για να γινόταν κάτι τέτοιο θα το προέβλεπε το ίδιο το Σύνταγμα όπως γίνεται και στα πιο πάνω παραδείγματα των Συνταγμάτων της Δυτικής Γερμανίας και της Ιρλανδίας που εξουσιοδοτεί το ίδιο το Σύνταγμα τον Νομοθέτη να ρυθμίσει την εν λόγω εξουσία ή/και όπως γίνεται σε άλλες Συνταγματικές διατάξεις του Συντάγματος μας, (πχ άρθρα 135 και 163 ως προς την δυνατότητα έκδοσης διαδικαστικών κανονισμών από το Ανώτατο, ή το άρθρο 54(ζ) για την έκδοση κανονιστικών διαταγμάτων από το Υπουργικό κ.α) και άρα εν απουσία Συνταγματικών περιορισμών δεν μπορεί να περιορίζει ή/και να ερμηνεύει ή/και να θεσπίζει ο νόμος τις επιδράσεις της εν λόγω συνταγματικής διάταξης ή/και εξουσίας (Βλέπε Lazaris Demetriou and Another and The Republic (The Acting President of the Republic and Another) 3 R.S.C.C. 121).
Η εμβέλεια του ανέλεγκτου της εξουσίας αυτής είναι ανάλογη με την εξουσία του Γενικού Εισαγγελέα για καταχώρηση αναστολής ποινικής δίωξης «nolle prosequi». Δεν επιτρέπει το Σύνταγμα να ρυθμίσει οποιοσδήποτε νόμος θέματα που αφορούν το status ή/και την νομική κατάσταση όσων ασκήθηκε η εν λόγω εξουσία, έτσι ώστε να τους περιορίζει κάποιο δικαίωμα ή να δέχονται οποιοδήποτε δυσμενή επηρεασμό και αν γινόταν κάτι τέτοιο θα ήταν έκδηλα αντισυνταγματικό.
Το ίδιο το Ανώτατο Δικαστήριο της Κύπρου σε διάφορες αποφάσεις του δέχτηκε το ανέλεγκτο της εν λόγω Συνταγματικής διάταξης. Σχετική είναι η υπόθεση Γεώργιος Ιωάννου ν. Αστυνομίας (ΑΡ. 2), (1997) 2 Α.Α.Δ 267, στην οποία (με αναφορά στους Ν.Ν. Σαρίπολου – “Σύστημα Συνταγματικού Δικαίου”, Τόμος Β’, 522 – 532. Δ. Τσάτσου – “Συνταγματικό Δίκαιο”, Τόμος Β, σελ. 353, 354. Halsbury’s Laws of England, 4th Ed., Vol. 8, παράγραφο 951 ), αναφέρθηκε ότι: «Ανεξάρτητα από το μανδύα, από τον οποίο περιβάλλεται, κοινό χαρακτηριστικό της εξουσίας παροχής χάριτος σε καταδικασθέντα είναι το ανέλεγκτο της πράξης». Στην απόφαση Δημοκρατία ν. Σαμψών (1991) 1 Α.Α.Δ. 858, το Ανώτατο Δικαστήριο αναγνώρισε την κατά παρέκκλιση αρμοδιότητα του Προέδρου της Δημοκρατίας να μετατρέπει τις δικαστικές αποφάσεις σύμφωνα με το Σύνταγμα. Στην υπόθεση Χατζησάββα (1992) 1 Α.Α.Δ. 1134 θεωρήθηκε ότι ο κανονισμός των Φυλακών παραβιάζει την αρχή της διάκρισης των εξουσιών που καθιστά την δικαστική εξουσία τον μοναδικό κριτή της τιμωρίας των παραβατών πλην της περίπτωσης της Προεδρικής επέμβασης. Όπως το έθεσε ο Δικαστής Πικής: «Η μόνη αρχή στην οποία παρέχεται από το Σύνταγμα εξουσία για (α) μείωση, (β) αναστολή, και (γ) μετατροπή ποινής φυλάκισης είναι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ενεργών με τη σύμφωνη γνώμη του Γενικού Εισαγγελέα».